(Αναδημοσιευση μεταφρασης του ποιηματος της Sylvia Plath με τιτλο Elm απο
http://acorpsperdu.wordpress.com/)
Σύλβια Πλαθ – Φτελιά
Τον ξέρω τον πάτο, λέει. Τον φτάνουν οι άκρες μου:
αυτό φοβάσαι.
Εγώ δεν το φοβάμαι: έχω βρεθεί εκεί.
Τη θάλασσα ακούς μέσα μου,
την απογοήτευση της;
Ή τη φωνή του τίποτα, την τρέλα σου;
Ο έρωτας είναι σκιά.
Με ψέματα και κλάματα τρέχεις ξωπίσω του
Άκου: να ‘τες οι οπλές του: το άλογο που καλπάζει.
Έτσι θα καλπάζω όλη νύχτα, χωρίς σταματημό,
μέχρι το κεφάλι σου να γίνει πέτρα, το μαξιλάρι σου γρασίδι
που θα αντιλαλεί, θα αντιλαλεί.
Ή μήπως να σου φέρω τον ήχο του φαρμακιού;
Βροχή είναι, ναι, αυτό το μεγάλο σώπα.
Και ο καρπός του: κατάλευκος σαν το αρσενικό.
Με έχουν ήδη ξεσκίσει τα πρωινά.
Με έχουν κάψει μέχρι τη ρίζα μου
Τα κόκκινα μου σπλάχνα καίνε και τεντώνουν, γροθιά από σύρμα.
Σπάζω σε κομμάτια στροβιλίζομαι -
Τόσο βίαιος άνεμος -
δεν αντέχει να τον βλέπεις. Κανείς. Πρέπει να ουρλιάξω.
Απάνθρωπο και το φεγγάρι: με τραβάει
σκληρό, στείρο.
Με καίει με τη λάμψη του. Ή θα μπορούσα να το ‘χω αιχμαλωτίσει.
Άστο να φύγει. Άστο να φύγει.
Πατηκωμένο, ελάχιστο, σα κρέας στο χειρουργείο.
Πώς με γεμίζουν οι εφιάλτες σου πώς μου χαρίζονται.
Κατοικεί μέσα μου μια κραυγή.
Βγαίνει της νύχτες φτεροκοπάει
Ψάχνει να αγκιστρωθεί να χώσει τα νύχια της κάτι να αγαπήσει.
Και με τρομάζει αυτή η σκοτεινιά
που τώρα γουργουρίζει μέσα μου -
Όλη μέρα τη νιώθω να στριφογυρίζει χνουδωτή, μοχθηρή.
Περνάνε τα σύννεφα και διαλύονται.
Είναι τα πρόσωπα της αγάπης; Χλωμά; Χαμένα παντοτινά;
Γι’ αυτά την ξυπνάω την καρδιά;
Όχι άλλη γνώση.
Τι είναι αυτό. Αυτό το πρόσωπο.
Αυτός ο δολοφόνος μέσα στη θηλιά από κλαδιά; -
Χςςς κάνουν τα φιδίσια του φαρμάκια.
Και με παγώνουν. Τη θέληση μου. Νά ‘τα τα μικρούλια τα μοναχά λάθη
Που σκοτώνουν. Που σκοτώνουν. Που σκοτώνουν.